unfollow-sindromes
unfollow-sindromes
FREE - WEB ONLY - ΔΙΕΘΝΗ

Brexit: Η Αυτοκρατορία αντεπιτίθεται

| 25/6/2016 - 10:26

Οι περισσότεροι από εμάς που ζούμε στη Βρετανία δεχτήκαμε τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, όχι απλως σαν χαστούκι στο πρόσωπο αλλά σαν μπουνιά στο στομάχι. Οι περισσότεροι απο αυτούς που κατέθεσαν το ΟΧΙ τους σ’ αυτό το δημοψήφισμα δέχονται μπουνιές παντού. Χρόνια τώρα. Όσο λιγότερο ηθικολογήσουμε εναντίον τους και όσο πιο σοβαρά πάρουμε αυτό που θέλουν να μας πουν (χωρίς να το συγχέουμε με τον τρόπο με τον οποίο μας το λένε), τόσο πιο γρήγορα θα αντιληφθούμε ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν και είναι, χρόνια τώρα, οι εσωτερικοί μας ξένοι. Όσο άναρθρες κι αν είναι οι κραυγές τους –και ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο– πρέπει να ακουστούν. Ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του Brexit είναι μια νέα αυτοκρατορία που αντεπιτίθεται. Τρομακτικά. Άσχημα. Δύσκολα. Λούμπεν. Δεν χρειάζονται τη διδαχή μας. Δεν χρειάζονται την ανοχή μας. Ουρλιάζουν για χώρο, χρόνο, ευκαιρίες. Ας σκάσουμε επιτέλους, κι ας τους πάρουμε σοβαρά.


Ανεξάρτητα με το πόσο διαφωνεί κανείς με το αποτέλεσμα του, το Βρετανικό δημοψήφισμα είναι μια γνήσια και ξεκάθαρη αποτύπωση της βούλησης του μισού και πλέον πληθυσμού του Ηνωμένου Βασιλείου. Από Βορρά σε Νότο κι απο Ανατολή σε Δύση, η ψήφος των Βρετανών πολιτών αποδεικνύει περίτρανα ότι κάθε έθνος-κράτος δεν είναι παρά μια φαντασιακή κοινότητα, εσωτερικά διαφορροποιημένη στη βάση διαφορετικών εμπειρίων, ιστοριών, κοινωνικών, πολιτικών και οικονομικών αναζητήσεων.

Μάταια οι επιφανείς εκπρόσωποι του ακραίου κέντρου γυρεύουν να εξηγήσουν το Brexit ως αποτέλεσμα της ψήφου ενός παραπλανημένου λαού που έπεσε θύμα λαϊκιστών που διεξήγαν μια ύπουλη πολιτικά καμπάνια γεμάτη ψέματα και ανακρίβειες. Η δημογραφία των αποτελεσμάτων μιλάει (σχεδόν) από μόνη της. Υπέρ της εξόδου ψήφισαν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία, οι φτωχότεροι εισοδηματικά και οι λιγότερο μορφωμένοι. Και οι τρεις αυτές κοινωνικές ομάδες χρησιμοποιούνται απο πολλούς αναλυτές για να διαμορφωθεί ένα επιχείρημα κατά των δημοψηφισμάτων, τα οποία πρέπει, υποτίθεται, να απευθύνονται σε έναν ώριμο πληθυσμό που «ξέρει πως να τοποθετείται μπροστά στην κάλπη και δεν παρασύρεται απο το λαϊκισμό και την πολιτική αγυρτία». Το επιχείρημα αυτό –στις διάφορες εκφάνσεις του – μας λέει ούτε λίγο ούτε πολύ οτι οι φτωχοί, οι γέροι και οι αμόρφωτοι εργάτες είναι κουτοί, εκφοβίζονται ευκολότερα και για τους λόγους αυτούς αποτελούν στοιχεία πολιτικής οπισθοδρόμησης. Η σκληρή πραγματικότητα, κατά τη γνώμη μου, είναι οτι το κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό και κυρίως το «υπαρξιακό» χάσμα μεταξύ αυτών των ομάδων και των υπολοίπων είναι απλώς τεράστιο. Τόσο τεράστιο που δεν τίθεται πλέον θέμα κατανόησης των επιχειρημάτων των μορφωμένων, νέων, ανερχόμενων μεσοαστών. Τα επιχειρήματα τους είναι κατανοητά. Απλώς δεν αφορούν τους υπόλοιπους, γιατί η πολιτικο-ιστορική συνέχεια της φαντασιακής κοινότητας έχει διαρραγεί με τρόπο σχεδόν ανεπίστρεπτο.

Τα λεγόμενα DE classes, οι χειρώνακτες, οι περιστασιακά εργαζόμενοι, οι συνταξιούχοι και όσοι εξαρτώνται απο το «προνοιακό κράτος» δεν μοιράζονται το όραμα της καπιταλιστικής ανάπτυξης ή, όπως έλεγε και ο γάλλος σημειολόγος Barthes, δεν είναι μέρος του «μύθου» της κοινωνικής ανέλιξης. Ο κοινωνικός αποκλεισμός τους, συστηματοποιημένος και εμπεδωμένος σε υλικές και άυλες δομές και διαδικασίες, τους έχει αποκόψει απο το υπόλοιπο κοινωνικό σώμα. Αυτοί οι Βρετανοί (οι Έλληνες, οι Γάλλοι, οι Γερμανοί) δηλώνουν με την ψήφο τους οτι το κοινωνικό όραμα των υπολοίπων απλώς δεν τους αφορά. Υπ’ αυτή την έννοια το Brexit είναι μια ψήφος αντίστασης που αποπειράται να προβάλλει τις χαμηλότερες κοινωνικο-οικονομικές τάξεις ως ομάδες μη κυβερνήσιμες από τις ανώτερες. Είναι μια ψήφος όχι διαμαρτυρίας αλλά δυσαρέσκειας και δυσφορίας που διασπά το πολιτειακό σώμα και το διαχωρίζει βαθιά. Είναι εντέλει μια ψήφος «αντισυστημική» (αν και στηρίζει ιδεολογήματα βαθιά συστημικά) ή, όπως πολύ-πολύ απλά θα έλεγε και η αναλφάβητη γιαγιά μου, «από πίτα που δεν τρως, τι σε νοιάζει κι αν καεί». Η πίτα της Ευρώπης, της ελεύθερης διακίνησης αγαθών (δεν έχουν) και ανθρώπων (να φύγουν, να πανε πού;), των εξαγωγών (δεν εξάγουν τίποτε), της ανάπτυξης (δεν τους αγγίζει), της πολυπολιτισμικότητας (δεν τους αφορά), της διαφοράς (έχουν να ασχοληθούν με τη δική τους), υπήρξε για χρόνια μια πίτα εξαιρετικά μικρή που τα κομμάτια της δεν έφτασαν ποτέ στους φωχούς, στους ανεκπαίδευτους, στους ηλικιωμένους , στους άνεργους και σε όσους ζουν με προνοιακά επιδόματα.

brexit-D-2

Θα περίμενε κανείς –με βάση τα παραπάνω– οι πολιτικο-κοινωνικές βάσεις της Βρετανικής ψήφου υπέρ της εξόδου απο την Ευρωπαϊκή Ένωση να έχουν αριστερό πρόσημο. Θα περίμενε η αφετηρία τους να είναι η κριτική προς μια Ευρώπη που έχει ξεχάσει τους λαούς και υπερασπίζεται μονάχα το κεφάλαιο. Θα περίμενε κανείς η επιθυμία των φτωχότερων, των αποκλεισμένων και όσων είχαν τις λιγότερες ευκαιρίες να έχει ένα χαρακτήρα διεθνιστικό. Να κουβαλάει μέσα της την αναγνώριση οτι τα ζητήματα της ανισότητας είναι διασυνοριακά, όπως διασυνοριακό είναι και το κεφάλαιο. Δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει.

Οι φτωχοί, οι ηλικιωμένοι και οι αμόρφωτοι αποτελούν το κατ’ εξοχήν εκλογικό σώμα της ακροδεξιάς (UKIP) στη Μ. Βρετανία. Πολλοί από αυτούς (ειδικά στον Βορρά και ειδικά οι πιο ηλικιωμένοι) ανήκαν κάποτε στο στρατόπεδο των Εργατικών (των Βρετανών κεντροαστερών, θα λέγαμε). Στις παραδοσιακές Εργατικές περιοχές η ακροδεξιά κερδίζει ολοένα περισσότερο έδαφος. Διάφορες υπεραπλουστευτικές εξηγήσεις για το φαινόμενο αυτό προσφέρονται τόσο για την περίπτωση του Ηνωμένου Βασιλείου όσο και για άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Πέραν της αμορφωσιάς –που τους καθιστά, υποτίθεται, ευάλωτους στον λαϊκισμό της ακροδεξιάς και όχι αρκετά «ανοιχτόμυαλους και κοσμοπολίτες»– η πιο συνηθισμένη εξήγηση αφορά την «ψυχολογική» εκδοχή του ανήκειν. Εφόσον στα αποκλεισμένα στρώματα δεν δίνεται η ευκαιρία να ανήκουν με κάποιον άλλο τρόπο, ο εθνικισμός ανάγεται σε «συγκολλητική ουσία» του πολιτειακού σώματος. Όσοι δεν είναι αρκετά εκλεπτυσμένοι για να αντιληφθούν τον διεθνιστικό χαρακτήρα της εκμετάλλευσης ή την αντιστασιακή ποιότητα και δύναμη της «διαφοράς», προσπαθούν υποτίθεται να επιβάλουν απλούστερους μηχανισμούς ανήκειν, όπως αυτούς του έθνους-κράτους, που χαρακτηρίζονται από έναν «αυτοματισμό» (δεν χρειάζονται δηλαδή κάποιου είδους προσπάθεια πολιτικής κατανόησης).

Τέτοιου ψυχολογικού είδους επιχειρήματα –πέραν του ότι είναι ανεπαρκή– αποτελούν και ένα είδος απο-πολιτικοποίησης το ζητήματος της ανόδου του εθνικισμού στην Ευρώπη και είναι στην ουσία τους μία άλλη εκδοχή του γενικότερου επιχειρήματος περί ακαλλιέργητου και άρα κουτού και οποσθοδρομικού πολιτικού σώματος. Είναι όμως έτσι; Κι αν δεν είναι κουτοί, οπισθοδρομικοί και φασίστες, τότε τι είναι;

Υπάρχει σίγουρα ένα κομμάτι που τάσσεται με την άκρα δεξιά (αλλαχού) απο ιδεολογία και αυτοί είναι φασίστες. Δεν θα τους εξετάσω εδώ. Το άλλο κομμάτι όμως, αυτό που κάποτε ψήφιζε Εργατικούς (στη Βρετανία), αυτό που ήταν οργανωμένο σε συνδικάτα (παντού στην Ευρώπη), αυτό που πάλευε για εργασιακά δικαιώματα, για ισότητα και ισοπολιτεία, τι απέγινε και πώς κατάντησε (ας μου επιτραπεί η έκφραση) να εκπροσωπείται απο τον γραφικό Farage (έναν Άγγλο Καρατζαφέρη πάνω-κάτω); Γιατί οι άνθρωποι στο Λονδίνο, την πόλη με τους περισσότερους μετανάστες, ψήφισαν υπέρ της παραμονής στην Ευρώπη, ενώ κάποιοι άλλοι σε άλλα σημεία της κεντρικής Αγγλίας ψήφισαν κατά, με κύριο γνώμονα το μεταναστευτικό; Πώς συνδέεται ο κοινωνικός αποκλεισμός με την ξενοφοβία;

Προσωπικά αρνούμαι να συμβιβαστώ με την εξήγηση ότι κάποιοι απλως πείστηκαν από το επιχείρημα ότι οι ξένοι εργάτες κατεβάζουν τα μεροκάματα, ή οτι οι Ρουμάνοι Ρομά αποτελούν κίνδυνο για το προνοιακό κράτος. Προτείνω να εξετάσουμε μια άλλη εκδοχή: οι αποκλεισμένες κοινωνικές τάξεις αρνούνται (πλέον) να συνταυτιστούν με τις κινηματικές πολιτικές, και τις διεθνιστικές, αριστερές πολιτικές αξίες, γιατί όλα τα παραπάνω έχουν τρόπον τινά καπελωθεί από μια αριστερή διανοητική ελίτ που όμως ταξικά λίγη σχέση έχει με αυτούς που προσπαθεί να εκπροσωπήσει. Βρισκόμαστε έτσι μπροστά σε μια τρομακτική και ιδιότυπη εκδοχή μιας διαδικασίας «απο-αποικιοκρατικοποίησης» (de-colonisation) της ταξικής συνείδησης των αποκλεισμένων. Η έλλειψη οργανικών διαννοουμένων (μέσα απο το σώμα των αποκλεισμένων) σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η παραδοσιακή κεντροαριστερά (Εργατικοί στη Βρετανία, ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα) έχει γίνει αφόρητα συντηρητική, καταλαμβάνοντας κομμάτι του ακραίου κέντρου, αφήνει έναν και μόνο χώρο πολιτικής έκφρασης: τη δυσφορία. Η δυσφορία αυτή με τη σειρά της εκφράζεται ως ξενοφοβία και εθνικισμός, όχι ίσως γιατί οι υποστηρικτές της είναι αληθώς ξενόφοβοι, μισαλλόδοξοι και εθνικιστές, αλλά πιθανώς γιατί τα εκφραστικά αυτά σχήματα φαίνονται να φοβίζουν τόσο τη μεσαία τάξη όσο και τους διανοούμενους που προσπαθούν επί ματαίω να εκφράσουν πολιτικά τους αποκλεισμένους, ενώ στην πραγματικότητα το μόνο που καταφέρνουν είναι να λαθροχειρούν εμπειριών που δεν έχουν πραγματικά.

Ο προηγούμενος αρχηγός των Εργατικών Ed Miliband γεννήθηκε στο Λονδίνο και είναι γιός Πολωνών μεταναστών. Ως εδώ καλά. Ο πατέρας του Miliband όμως δεν ήταν ο μέσος Πολωνός υδραυλικός που τόσο πολύ θέλει να ξεφορτωθεί η Βρετανική ακροδεξιά. Ήταν καθηγητής στο London School of Economics και αργότερα στο Leeds. Ο Miliband ταξίδεψε ως παιδί στην Αμερική, μάθαινε βιολί, σπούδασε στην Οξφόρδη, έκανε μεταπτυχιακά στο LSE, δούλεψε στο Chanel 4, και μαθήτευσε ως ερευνητής και λογογράφος δίπλα σε διάφορους πολιτικούς του Εργατικού Κόμματος. Όσο «λαϊκίστικο» κι αν ακούγεται αυτό που θα καταθέσω, ο μικρός Joseph (ψευδώνυμο αληθινού προσώπου) που πηγαίνει στο σχολείο με τα παιδιά μου, γεννήθηκε απο μια νεαρή ανύπαντρη μητέρα, κόρη μιας νεαρής ανύπαντρης μητέρας, και εγγονή ενός ανθρακωρύχου. Η μητέρα του Joseph τον αφήνει στη γιαγιά του κάθε φορά που βρίσκει έναν καινούργιο σύντροφο, ο οποίος (σύμφωνα με όσα μας λέει η γιαγιά με εντελώς «ανάρμοστα δημόσιο» τρόπο) συνήθως πίνει και τη δέρνει. Όταν δεν τον αφήνει στη γιαγιά του, η γιαγιά του πάει και τον παίρνει η ίδια γιατί τον αγαπάει πολύ και φοβάται για τη σωματική του ακεραιότητα. Ο μικρός Joseph δεν ξέρει καλά τα χρώματα, δεν ξέρει καθόλου τα σχήματα και δεν αναγνωρίζει τους αριθμούς. Ξεχωρίζει στο προαύλιο του σχολείου, από τον τρόπο που παίζει, από τον τρόπο που φωνάζει κι από τις λέξεις (όχι απαραίτητα βρισιές) που χρησιμοποιεί. Στο σχόλασμα ξεχωρίζουν εξίσου η γιαγιά του και η μαμά του (τις σπάνιες φορές που τη βλέπουμε) για τους ίδιους λόγους. Ποιός απο αυτούς τους ανθρώπους μπορεί πραγματικά να αντιπροσωπευθεί απο τον Ed Miliband; Κανείς. Ψήφισαν όλοι Brexit (το γνωρίζω) και πιθανότατα UKIP (το υποθέτω από τα συμφραζόμενα). Ποιόν από την οικογένεια του Joseph θα πρέπει τώρα εγώ, η «αριστερή διανοούμενη», να «κατηγορήσω» γιατί δεν αντιλαμβάνεται την αξία της διαφοράς των άλλων;

Οι περισσότεροι από εμάς που ζούμε στη Βρετανία δεχτήκαμε τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος, όχι απλως σαν χαστούκι στο πρόσωπο αλλά σαν μπουνιά στο στομάχι. Οι περισσότεροι απο αυτούς που κατέθεσαν το ΟΧΙ τους σ’ αυτό το δημοψήφισμα δέχονται μπουνιές παντού. Χρόνια τώρα. Όσο λιγότερο ηθικολογήσουμε εναντίον τους και όσο πιο σοβαρά πάρουμε αυτό που θέλουν να μας πουν (χωρίς να το συγχέουμε με τον τρόπο με τον οποίο μας το λένε), τόσο πιο γρήγορα θα αντιληφθούμε ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν και είναι, χρόνια τώρα, οι εσωτερικοί μας ξένοι. Όσο άναρθρες κι αν είναι οι κραυγές τους –και ακριβώς γι’ αυτό τον λόγο– πρέπει να ακουστούν. Ένα μεγάλο μέρος των ψηφοφόρων του Brexit είναι μια νέα αυτοκρατορία που αντεπιτίθεται. Τρομακτικά. Άσχημα. Δύσκολα. Λούμπεν. Δεν χρειάζονται τη διδαχή μας. Δεν χρειάζονται την ανοχή μας. Ουρλιάζουν για χώρο, χρόνο, ευκαιρίες. Ας σκάσουμε επιτέλους, κι ας τους πάρουμε σοβαρά γιατί, όπως έλεγε και η συγχωρεμένη η Κατερίνα Γώγου, η πολιτική τους μοναξιά είναι τσεκούρι πάνω από τα κεφάλια μας που γυρίζει… γυρίζει… γυρίζει….


ΣΥΝΕΡΓΑΤΗΣ

Ελισάβετ Κυρτσόγλου


Η Ελισάβετ Κυρτσόγλου είναι οικονομική μετανάστις στο Ηνωμένο Βασίλειο από το 1997 όπου και εξακολουθ...